Νήπιο

Όρια και κανόνες: προϋπόθεση για να γίνουν τα παιδιά αυτόνομοι και ελεύθεροι ενήλικες

Τα νήπια χαρακτηρίζονται από τη μεγάλη τους όρεξη να μαθαίνουν πράγματα. Καθώς μεγαλώνουν αναπτύσσουν καινούριες δεξιότητες, μαθαίνουν να μιλάνε, να κινούνται αυτόνομα, να σκαρφαλώνουν, να ζητάνε αυτό που επιθυμούν, να επηρεάζουν με την συμπεριφορά τους την συμπεριφορά των άλλων. Επιμένουν να κάνουν πράγματα μόνα τους, δοκιμάζουν καινούριες συμπεριφορές και κάνουν ό,τι μπορούν, για να επιτύχουν αυτό που θέλουν προκαλώντας στους γονείς περηφάνεια, χαρά, αλλά και φόβο και αγανάκτηση.

Είναι η στιγμή που, ως γονείς, αρχίζουμε να αναρωτιόμαστε τι να κάνουμε, γιατί από τη μία θέλουμε το παιδί μας ενεργητικό, διεκδικητικό και χαρούμενο και από την άλλη, θέλουμε να μην κάνει επικίνδυνα πράγματα, να τηρεί κανόνες υγιεινής, να συνεργάζεται μαζί μας, να έχει καλούς τρόπους. Είναι η στιγμή που αρχίζουν οι συγκρούσεις.

Πότε είναι η κατάλληλη ηλικία για κανόνες και με ποιο τρόπο τους θέτεις;

Τι κάνεις όταν το παιδί αντιδρά με κλάμα και φωνές σε αυτό που του ζητάς και δεν συνεργάζεται;

Τι κάνεις όταν δεν συμμορφώνεται στον κανόνα;

Όταν επιμένει πεισματικά να κάνει αυτό που θέλει εκείνο;

Πως ενώ όλη μέρα ήσουν στη δουλειά, αντέχεις τις λιγοστές ώρες που βρίσκεσαι με το παιδί σου, να παλεύεις να εφαρμόσεις κανόνες;

Και αν το πληγώσεις και το καταβάλεις με τους περιορισμούς;

Ερωτήματα πιεστικά, δύσκολο να απαντηθούν και ακόμα και αν βρίσκεις κάποιες απαντήσεις, κάποτε λειτουργούν και κάποτε όχι, σε άλλες σχέσεις αποδίδουν και σε άλλες όχι… Και επιπλέον, καμιά φορά χρειάζεται να ανταποκριθείς τόσο γρήγορα που δεν προλαβαίνεις καν να αναρωτηθείς. Κάνεις αυτό που ξέρεις και μπορείς και βεβαίως αυτό που έχεις βιώσει.

Συχνά οι δικές μας οδυνηρές εμπειρίες παρεμβάλλονται, μας αναστατώνουν και μας κάνουν να μην θέλουμε να θέσουμε όρια από φόβο μήπως το παιδί μας βιώσει εξαναγκασμό, μήπως βιώσει και εκείνο επώδυνα συναισθήματα. Υποχωρούμε, αποφεύγοντας να θέσουμε όρια ή ενώ τα θέτουμε, δεν τα τηρούμε. Διαφωνούμε μεταξύ μας, ο ένας παίρνει το ρόλο του αυστηρού και ο άλλος το ρόλο του επιεική.Τι συμβαίνει, όμως, όταν το παιδί των δύο, τριών ή και πέντε ετών αισθάνεται ότι έχει τον έλεγχο;  Ότι είναι πιο δυνατό από αυτούς που το προσέχουν; Ότι ορίζει τα συναισθήματα και τις αποφάσεις τους;

Τα νήπια αισθάνονται από μόνα τους την ανάγκη για όρια, για κατευθυντήριες γραμμές στη συμπεριφορά. Μπαίνουν, μάλιστα, σε μεγάλους κόπους και μπελάδες, για να αναγκάσουν τους γονείς να βάλουν κάποιους περιορισμούς , για να βάλουν κάποια ορόσημα στο χάος και να προσδιορίσουν τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται να κάνουν. Τα όρια μπορεί να είναι περιορισμοί που εκνευρίζουν τα παιδιά, αλλά λειτουργούν επίσης σαν πύλες, που πίσω τους νιώθουν ασφαλή. Θεμελιώνουν ένα ασφαλές πλαίσιο, μέσα στο οποίο τα παιδιά μπορούν να ενταχθούν και να νιώσουν καλά. Συγχρόνως, ωθούν τα παιδιά να ανιχνεύσουν και να κατακτήσουν το χώρο ελευθερίας τους. Διαφορετικά το νήπιο αισθάνεται ανίσχυρο, χωρίς προσανατολισμό και γίνεται συχνά υπερκινητικό, χαοτικό, απαιτητικό, νευρικό.

Τα σαφή και σταθερά όρια, επιπλέον, εκπαιδεύουν το παιδί να αναπτύξει τις δικές του δυνατότητες. Αν κάποιος  άλλος κάνει όλες τις δουλειές για σένα, αν σου ικανοποιεί όλες τις επιθυμίες, αν σου κάνει τα πράγματα εύκολα, τότε εσύ γίνεσαι αδύναμος, δεν συνειδητοποιείς τις δυνάμεις σου, δεν μαθαίνεις να εμπιστεύεσαι τον εαυτό σου, δεν μαθαίνεις να αντιμετωπίζεις τις απογοητεύσεις. Η  μητέρα που καλοπροαίρετα προσπαθεί να προφυλάξει το παιδί της από κάθε λύπη και δυσκολία, το εμποδίζει να αναπτύξει τις δεξιότητες, που θα το βοήθησουν να αντιμετωπίζει τις δυσκολίες. Κάθε περιορισμός που θέτουμε, είναι και μια ευκαιρία, που δίνουμε στο παιδί για να εξελιχθεί. Ένα νήπιο που ζητά επίμονα κάτι και υποχρεώνεται να περιμένει ή να παραιτηθεί, μαθαίνει να γίνεται ευέλικτο, υπομονετικό, να σκέφτεται εναλλακτικές λύσεις και να γίνεται δημιουργικό. Το νήπιο που αφήνεται να παίξει μόνο του επειδή η μητέρα του είναι απασχολημένη, εξερευνά το περιβάλλον του, χρησιμοποιεί τη φαντασία του για να βρει την παρέα που θέλει. Το νήπιο που ακούει ένα σταθερό και βάσιμο «όχι», που το εμπιστευόμαστε να βιώσει την απογοήτευση, το θυμό, τη λύπη γιατί δεν μπορούσε να γίνει αυτό που ζητούσε, μαθαίνει να αποδέχεται τα δυσάρεστα συναισθήματα, να ψάχνει μέσα του αλλά και γύρω του για βοήθεια, να ηρεμεί.

Τα όρια δεν στοχεύουν στην κυριαρχία αλλά στην υπόδειξη, στην προστασία, την αρμονική συνύπαρξη. Ο διάσημος παιδίατρος και ερευνητής της συμπεριφοράς των βρεφών και των νηπίων T.Berry Brazelton λέει, πως «αμέσως μετά την αγάπη, το αίσθημα της πειθαρχίας είναι το σπουδαιότερο δώρο του γονιού προς το παιδί». Το να θέτεις όρια σημαίνει να περιορίζεις, αλλά και να αποδεσμεύεις τα παιδιά για να αυτοπραγματωθούν στο δικό τους ρόλο. Χωρίς όρια δυσχεραίνονται η αυτονομία, η αυτοτέλεια, η αυτοεκτίμηση, η συναισθηματική και κοινωνική προσαρμογή.

Για να θέσει κανείς όρια με σαφήνεια και σταθερότητα χρειάζεται να πιστεύει ότι αυτό που κάνει είναι σωστό. Διαφορετικά δεν έχει αρκετή πειθώ και το μήνυμα που λαμβάνει το παιδί είναι συγκεχυμένο. Η αμφιθυμία μας μας κάνει ευάλωτους και ίσως δώσει στο παιδί το μήνυμα ότι αν γκρινιάξει πολύ, θα ενδώσουμε. Η συνεπής ή όχι στάση μας στις απαιτήσεις του παιδιού, ο τρόπος που χειριζόμαστε μια αντίθεση μαζί του, τα συναισθήματα και οι αντιδράσεις μας επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από αυτό που είμαστε εμείς οι ίδιοι, από τη δική μας προσωπική ιστορία. Είναι σημαντικό να διακρίνουμε τους δικούς μας φόβους, τα δικά μας φαντάσματα, να τα συνειδητοποιήσουμε και να αναλάβουμε την ευθύνη του διαπαιδαγωγητικού μας ρόλου.

 

Αγγελική Ζαχαριά Msc,

Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας – Ψυχοθεραπεύτρια.